Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΜΑΣ ΣΤΑ ΝΕΑ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ
Η Ιστορία καταγράφει με έντονη γραφή σε κρίσιμες εθνικές στιγμές τις πολιτικές επιλογές και τις στρατηγικές που οριοθετούν και εξειδικεύουν το όραμα που έχουμε για τη κοινωνία. Καταδεικνύει όμως και τις ευθύνες που αναλογούν τόσο σε φωνές διαμαρτυρίας, όσο και σε κραυγές λαϊκισμού.
Τα μέτρα που εξήγγειλε η κυβέρνηση είναι κοινωνικά άδικα και καταστρεπτικά για την ανάπτυξη. Υπαγορεύονται από μια υποκριτική, μονεταριστική Ευρωπαϊκή Ένωση, ανεπαρκή να ανταποκριθεί στη κρισιμότητα των καιρών. Τα μέτρα αυτά δεν μας χαρίζουν παρά λίγες ανάσες ακόμα και μετά θα βρεθούμε ξανά στο έλεος όσων επιδιώκουν τη δημοσιονομική μας ασφυξία, όσων φέρουν βαρύτατες ευθύνες για τη συρρίκνωση της υπαρκτής οικονομίας.
Τα μέτρα που επιβάλλει η Ε.Ε. τιμωρούν τον ελληνικό λαό για μια στρεβλή δεκαετή ανάπτυξη που χάρισε υπερκέρδη σε εργολάβους και τραπεζίτες. Τα μέτρα αυτά μεταθέτουν τις ευθύνες στην ελληνική κοινωνία για την ανεπάρκεια που επέδειξαν οι κυβερνήσεις να αναδιαρθρώσουν τον παραγωγικό ιστό της χώρας, οδηγώντας τους νέους σε αδιέξοδο. Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές εξιδανίκευσαν το γρήγορο πλουτισμό και την κατανάλωση και αγνοώντας τα παθήματα από τη χρηματιστηριακή φούσκα, γρήγορα άνοιξαν το δρόμο για τη σημερινή πιστωτική φούσκα. Τα μέτρα τιμωρούν τη νέα γενιά για τον εκφυλισμό του οράματος της Ολυμπιάδας, αφού σε μια εποχή που οφείλαμε να χτίσουμε μια νέα εθνική στρατηγική επενδύοντας στη παρακαταθήκη τους κάποιοι δημιούργησαν τελικά βασιλικούς θρόνους που βρίσκονται βυθισμένοι σήμερα στην ανυποληψία. Δεν αναδιένειμαν οι πολιτικές δυνάμεις τον πλούτο, τον δάνεισαν οι τραπεζίτες με επαχθείς όρους σε ανθρώπους που έχτισαν όνειρα και οικογένειες με αυτόν και τώρα τους αφαιρούμε τη δυνατότητα αποπληρωμής. Δεν δώσαμε ποτέ τη δυνατότητα στους πολίτες να γίνουν συμμέτοχοι στη παραγωγική βάση της χώρας, αλλά στην εθνική ματαιοδοξία της.
Τα μέτρα αυτά αποδεικνύουν το φιάσκο της απογραφής, την πλήρη αποτυχία της οικονομικής πολιτικής της Νέας Δημοκρατίας, τη βαριά πολιτική της ενοχή για την παραπλάνηση του λαού και της Ε.Ε. και την τελική της «απόδραση» από την εξουσία.
Τα μέτρα που υποχρεούμαστε να λάβουμε αποτελούν μια θυσία για ένα πουκάμισο αδειανό. Δεν ανατρέπουν τα διαρθρωτικά και αναπτυξιακά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, αλλά αποδεικνύουν τη συμμόρφωσή μας στο δόγμα της μονεταριστικής ορθοδοξίας. Ανοίγουν την όρεξη στους εργοδότες να συνεχίσουν να καταπατούν τα εργασιακά δικαιώματα και σχέσεις έχοντας ως άλλοθι την κρίση.
Οφείλουμε να χαράξουμε τη νέα εθνική στρατηγική με όραμα και εξωστρέφεια. Αυτούς που σήμερα τους τιμωρούμε για τα όνειρα που τους δανείσαμε, οφείλουμε να τους χαρίσουμε την ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον. Πρέπει να τους διαβεβαιώσουμε για τη προσωρινότητα των μέτρων καθώς και ότι αυτή τους η θυσία θα είναι ανταποδοτική για τους ίδιους στο μέλλον. Πρέπει να τους ξεκαθαρίσουμε απόλυτα με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, ότι στόχος του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης δεν είναι οι μη έχοντες ,αλλά οι κατέχοντες !
Το πρόγραμμα σταθερότητας και ανάπτυξης όμως πρέπει να αποκτήσει και ισχυρό αναπτυξιακό σκέλος. Είναι απαραίτητο να υλοποιήσουμε τις βαθιές τομές που θα χαράξουν και θα καθοδηγήσουν τη συνολική αλλαγή του αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας, από νομοθετικής και κοινωνικής απόψεως. Τη νέα κοινωνική- παραγωγική μας ταυτότητα.
Πρώτη βαθιά τομή αποτελεί η αναδιάταξη του πρωτογενούς τομέα στη βάση αγροτικών, συνεταιριστικών επιχειρήσεων, που θα συγκεντρώσουν την αγροτική παραγωγή και το απαιτούμενο κεφάλαιο, θα λειτουργούν δημοκρατικά αλλά και επιχειρηματικά, θα εξασφαλίζουν την παραγωγή, τυποποίηση και εμπορία του προϊόντος, θα μειώσουν την εξάρτηση σταδιακά του αγρότη από τις κοινοτικές επιδοτήσεις, θα δημιουργήσουν τα προϊόντα ετικέτας και εν τέλει θα ωθήσουν σε αλλαγές στις καλλιέργειες όπου αυτές απαιτούνται.
Βασικός πυλώνας για το δευτερογενή τομέα μπορεί να είναι η πράσινη ανάπτυξη διά της παραγωγής των εξαρτημάτων που απαιτούνται για τις ΑΠΕ από βιομηχανίες στη χώρα μας, με την παροχή ισχυρών κινήτρων πολλών ειδών για τέτοιου είδους επενδύσεις.
Αλλά και στον τριτογενή τομέα απαιτείται παρέμβαση. Η επανάκτηση του δημοσίου ελέγχου τμημάτων του τραπεζικού τομέα και παράλληλα η στροφή στη λογική της λειτουργίας τους είναι κρίσιμη. Ενοποίηση ταχυδρομικού ταμιευτηρίου και ΑΤΕ ούτως ώστε να δημιουργηθεί μια δημόσια τράπεζα με στοιχεία και υπηρεσίες κοινής ωφελείας. Έμφαση στη χρηματοδότηση μικρομεσαίων επιχειρήσεων, νέων επιστημόνων, νέων αγροτικών συνεταιρισμών αλλά και φυσικών προσώπων με ευνοϊκότερους σε σχέση με τις άλλες τράπεζες όρους.
Επιπλέον οι νέες αναπτυξιακές πολιτικές που θα βασίζονται στην αξιοποίηση του ΕΣΠΑ, πρέπει να αφορούν αυτούς που πλήττονται από τα μέτρα. Να αποτελέσουν προτεραιότητα οι κοινωνικές ομάδες που κυρίαρχα θίγονται σήμερα, στο νέο κοινωνικό πλούτο που σχεδιάζουμε να παράγουμε. Οι μικρομεσαίοι, οι μισθωτοί και οι νέοι οφείλουν να αποτελέσουν τον πυρήνα των πρωτοβουλιών ανάκαμψης της οικονομίας που θα αργήσει ίσως να έρθει. Με τις αναπτυξιακές μας πολιτικές, οφείλουν να γίνουν όλοι συμμέτοχοι στο νέο εθνικό κοινωνικό όραμα.
Η πράσινη ανάπτυξη να μην αποτελέσει μόνο πηγή εκμετάλλευσης των ίδιων τραστ αλλά με ευνοϊκές τιμολογήσεις και ανοιχτές επιδοτήσεις οι μη προνομιούχοι Έλληνες να διεκδικήσουν κομμάτι του μελλοντικά παραγόμενου πλούτου.
Αντίστοιχα πρέπει να συγκρουστούμε με τις συντεχνίες και τα κατεστημένα για να απελευθερωθούν οι υγιείς και παραγωγικές δυνάμεις που είναι όμηροι του μονοπωλιακού καπιταλισμού που χαρακτηρίζει την Ελλάδα.
Να δώσουμε προτεραιότητα στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της πατρίδας μας, τον πολιτισμό και τον τουρισμό !
Τέλος, να επενδύσουμε στο ανθρώπινο δυναμικό ώστε να αποτελέσει την πραγματική ατμομηχανή της χώρας , μέσω της αναβάθμισης της παιδείας αλλά και της παρεχόμενης κατάρτισης.
Η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα, εάν πετύχει, να εξέλθει από την κρίση επιλέγοντας ένα διαφορετικό δρόμο, να βιώσει μια άλλη μεταπολίτευση.
Στο χέρι μας είναι να αποδείξουμε ότι η «πολιτική» μπορεί να καθορίσει την οικονομία, κι όχι οι τραπεζίτες την τύχη και τη μοίρα των λαών !
Τετάρτη 12 Μαΐου 2010
Πέμπτη 7 Ιανουαρίου 2010
ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ ΤΩΡΑ
Δεν υπάρχουν στα πολιτικά χρονικά πολλά συνθήματα τόσο ειρωνικά αμφίσημα όσο οι «εκατό μέρες» της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, καθώς εκατό μέρες ήταν αρκετές για να περάσουμε από τον ίλιγγο των προεκλογικών εξαγγελιών και της νίκης στην απότομη συνειδητοποίηση των προβλημάτων, στον ίλιγγο μπροστά στο χείλος της αβύσσου. Άλλωστε το σύνθημα δεν είναι πρωτότυπο: κάποτε, σ’ ένα όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, εκατό μέρες ήταν αρκετές για να οδηγήσουν τον Ναπολέοντα από τη θριαμβευτική επάνοδο στον αυτοκρατορικό θρόνο στο Βατερλό και τη γαλλική αυτοκρατορία στη διάλυση.
Προ της διάλυσης, λοιπόν, και η ελληνική οικονομία, τουλάχιστον σύμφωνα με τους χρησμούς των σύγχρονων οιωνοσκόπων που φέρουν τον πομπώδη τίτλο «διεθνείς οίκοι αξιολόγησης».
Πολλές και δίκαιες ενστάσεις έχουν διατυπωθεί για την εγκυρότητα και την αξιοπιστία τους. Όμως η σημαντικότερη συνήθως παραλείπεται, γιατί η διατύπωσή της δεν συμφέρει κανέναν. Οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης κρίνουν με βάση τις οικονομικές θεωρίες που μας οδήγησαν στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Και μέσα στον οικονομικό τους δογματισμό συνιστούν παντού και πάντα περιστολή δαπανών, συντάξεων και μισθών, λιγότερο κράτος, μικρότερη πρόνοια. Δεν είναι τυχαίο ότι η αύξηση της ανεργίας και της φτώχειας, που σχεδόν πάντα συνεπάγεται η εφαρμογή τέτοιων μέτρων, αντιμετωπίζεται ως ένα είδος αναπόφευκτης παρενέργειας. Μια παρενέργεια που πλήττει πάντα τους πιο αδύναμους με τη μεγαλύτερη σφοδρότητα.
Στην πραγματικότητα εκφράζουν το οικονομικό κατεστημένο που τους δημιούργησε και τους καταξίωσε. Μετά το σοκ βρίσκονται ακόμα σε φάση άρνησης. Κλείνοντας πεισματικά μάτια και αυτιά στο διογκούμενο αίτημα της αλλαγής, εξακολουθούν να πιστεύουν ότι η κρίση δεν είναι παρά ένα κακό όνειρο. Μόλις ξυπνήσουν οι καλές μέρες θα επιστρέψουν και η δυσάρεστη ανάμνηση θα χαθεί μαζί με τους νυκτερινούς εφιάλτες.
Στο μεταξύ, όσο διεθνείς οίκοι, οικονομολόγοι και κυβερνήσεις προσπαθούν να διώξουν τους εφιάλτες, το «τρίτο κύμα» πλησιάζει απειλητικά. Μετά τις αγορές ακινήτων και τα τραπεζικά δάνεια η τρίτη και μεγαλύτερη φούσκα, αυτή του δημόσιου δανεισμού, ετοιμάζεται να σκάσει.
Χώρες όπως η Ελλάδα εξαιτίας του υπέρογκου χρέους τους είναι ευάλωτες. Αναμφίβολα οι ευθύνες των κυβερνήσεών μας και όλων ημών είναι τεράστιες, καθώς αποδυθήκαμε συλλογικά ως κοινωνία σε έναν άκρατο καταναλωτισμό βασισμένο στον αλόγιστο δανεισμό, σε ένα φαγοπότι δίχως αύριο. Εφησυχασμένοι από τα νομισματικά πλεονεκτήματα της ζώνης του Ευρώ θέσαμε τελικά όλο το σύστημα σε δοκιμασία. Για αυτό δικαίως δεχόμαστε τις οργισμένες επικρίσεις των εταίρων μας.
Ανεξάρτητα όμως από τον καταλογισμό των ευθυνών, η συμπεριφορά των εταίρων μας είναι θλιβερή, σύμπτωμα των μοιραίων αδυναμιών της Ένωσης. Αντί να ενώνονται οι κυβερνήσεις και οι λαοί της Ευρώπης διχάζονται. Αντί να πάρουν στα χέρια τους τη διακυβέρνηση αρκούνται στην ολιγαρχική αντιπροσώπευση κατεστημένων συμφερόντων. Αντί να προχωρούν προς τη χάραξη μιας νέας οικονομικής πολιτικής σύρονται πίσω από τις εκτιμήσεις χρεοκοπημένων οίκων και ανεύθυνων γραφειοκρατών. Το οικονομικό κατεστημένο ασκεί όλη την αντιδραστική, παραλυτική επίδρασή του στην Ένωση.
Στη δίνη των περιστάσεων η νέα ελληνική κυβέρνηση έρχεται αντιμέτωπη με πολλές προκλήσεις. Τα μέτρα διάσωση της οικονομίας πρέπει να ισορροπούν ανάμεσα στις διεθνείς πιέσεις, τις απαιτήσεις των Βρυξελλών και την τήρηση των προεκλογικών δεσμεύσεων του Κινήματος, που κάθε άλλο παρά υπερβολικές και ανεδαφικές είναι. Απεναντίας είναι ίσως ανεπαρκείς μπροστά στην ένταση της κρίσης, στην έξαρση της φτώχειας και της ανεργίας.
Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα αυτή η ισορροπία να ανατραπεί, όμως οποιαδήποτε ενδεχόμενη ανατροπή δεν μπορεί να γίνει σε βάρος του ελληνικού λαού. Η ανατροπή πρέπει να συντελεστεί αλλού, εκεί όπου λαμβάνονται ή θα έπρεπε να λαμβάνονται οι μεγάλες αποφάσεις για την ευρωπαϊκή οικονομία: στα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με στόχο τη ριζική αναθεώρηση της οικονομικής θεωρίας και πολιτικής. Η ευρεία πλειοψηφία του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές δεν νομιμοποιεί μόνο τη λήψη «επώδυνων μέτρων», όπως οι οπαδοί διαφόρων εκδοχών του νεοφιλελευθερισμού διατυμπανίζουν συνεχώς, αλλά και την άσκηση μιας ρωμαλέας πολιτικής έναντι των εταίρων μας. Δεν αναφερόμαστε σε μια «πολιτική του τσαμπουκά» αλλά στην επιδίωξη μια ευρείας συναίνεσης για τη ριζική αλλαγή των οικονομικών –και όχι μόνο- κατευθύνσεων της Ένωσης. Σε μια πρωτοβουλία για τη δημιουργία, τελικά, ενός πανευρωπαϊκού σοσιαλιστικού κόμματος, ενός κινήματος που θα φέρει στο προσκήνιο τα αιτήματα των λαών και την ουσιαστική δημοκρατική διακυβέρνηση της Ένωσης.
Όσοι σκέπτονται πως όλα αυτά φαίνονται πολύ μακρινά και αμφίβολα, ας αναλογιστούν πού μας οδήγησε ο λεγόμενος «ρεαλισμός των αγορών». Τα οράματα δεν είναι κάποιες αφαιρετικές εικόνες ενός ουτοπικού μέλλοντος που μας παρηγορούν για το μίζερο παρόν μας. Είναι το υλικό κατασκευής του μέλλοντος. Τα συνθήματα, οι φράσεις κλισέ, τα τσιτάτα, για να τελειώσω όπως ξεκίνησα, δεν είναι πάντα φθηνός λαϊκισμός. Κάποτε συμπυκνώνουν όλα όσα βιώνουμε, τις αγωνίες και τις ελπίδες μας. Και δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος για να εκφράσουμε τις δικές αγωνίες, τις δικές μας ελπίδες από ένα ακόμα σύνθημα : αλλαγή – δημοκρατία – σοσιαλισμός τώρα!
Προ της διάλυσης, λοιπόν, και η ελληνική οικονομία, τουλάχιστον σύμφωνα με τους χρησμούς των σύγχρονων οιωνοσκόπων που φέρουν τον πομπώδη τίτλο «διεθνείς οίκοι αξιολόγησης».
Πολλές και δίκαιες ενστάσεις έχουν διατυπωθεί για την εγκυρότητα και την αξιοπιστία τους. Όμως η σημαντικότερη συνήθως παραλείπεται, γιατί η διατύπωσή της δεν συμφέρει κανέναν. Οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης κρίνουν με βάση τις οικονομικές θεωρίες που μας οδήγησαν στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Και μέσα στον οικονομικό τους δογματισμό συνιστούν παντού και πάντα περιστολή δαπανών, συντάξεων και μισθών, λιγότερο κράτος, μικρότερη πρόνοια. Δεν είναι τυχαίο ότι η αύξηση της ανεργίας και της φτώχειας, που σχεδόν πάντα συνεπάγεται η εφαρμογή τέτοιων μέτρων, αντιμετωπίζεται ως ένα είδος αναπόφευκτης παρενέργειας. Μια παρενέργεια που πλήττει πάντα τους πιο αδύναμους με τη μεγαλύτερη σφοδρότητα.
Στην πραγματικότητα εκφράζουν το οικονομικό κατεστημένο που τους δημιούργησε και τους καταξίωσε. Μετά το σοκ βρίσκονται ακόμα σε φάση άρνησης. Κλείνοντας πεισματικά μάτια και αυτιά στο διογκούμενο αίτημα της αλλαγής, εξακολουθούν να πιστεύουν ότι η κρίση δεν είναι παρά ένα κακό όνειρο. Μόλις ξυπνήσουν οι καλές μέρες θα επιστρέψουν και η δυσάρεστη ανάμνηση θα χαθεί μαζί με τους νυκτερινούς εφιάλτες.
Στο μεταξύ, όσο διεθνείς οίκοι, οικονομολόγοι και κυβερνήσεις προσπαθούν να διώξουν τους εφιάλτες, το «τρίτο κύμα» πλησιάζει απειλητικά. Μετά τις αγορές ακινήτων και τα τραπεζικά δάνεια η τρίτη και μεγαλύτερη φούσκα, αυτή του δημόσιου δανεισμού, ετοιμάζεται να σκάσει.
Χώρες όπως η Ελλάδα εξαιτίας του υπέρογκου χρέους τους είναι ευάλωτες. Αναμφίβολα οι ευθύνες των κυβερνήσεών μας και όλων ημών είναι τεράστιες, καθώς αποδυθήκαμε συλλογικά ως κοινωνία σε έναν άκρατο καταναλωτισμό βασισμένο στον αλόγιστο δανεισμό, σε ένα φαγοπότι δίχως αύριο. Εφησυχασμένοι από τα νομισματικά πλεονεκτήματα της ζώνης του Ευρώ θέσαμε τελικά όλο το σύστημα σε δοκιμασία. Για αυτό δικαίως δεχόμαστε τις οργισμένες επικρίσεις των εταίρων μας.
Ανεξάρτητα όμως από τον καταλογισμό των ευθυνών, η συμπεριφορά των εταίρων μας είναι θλιβερή, σύμπτωμα των μοιραίων αδυναμιών της Ένωσης. Αντί να ενώνονται οι κυβερνήσεις και οι λαοί της Ευρώπης διχάζονται. Αντί να πάρουν στα χέρια τους τη διακυβέρνηση αρκούνται στην ολιγαρχική αντιπροσώπευση κατεστημένων συμφερόντων. Αντί να προχωρούν προς τη χάραξη μιας νέας οικονομικής πολιτικής σύρονται πίσω από τις εκτιμήσεις χρεοκοπημένων οίκων και ανεύθυνων γραφειοκρατών. Το οικονομικό κατεστημένο ασκεί όλη την αντιδραστική, παραλυτική επίδρασή του στην Ένωση.
Στη δίνη των περιστάσεων η νέα ελληνική κυβέρνηση έρχεται αντιμέτωπη με πολλές προκλήσεις. Τα μέτρα διάσωση της οικονομίας πρέπει να ισορροπούν ανάμεσα στις διεθνείς πιέσεις, τις απαιτήσεις των Βρυξελλών και την τήρηση των προεκλογικών δεσμεύσεων του Κινήματος, που κάθε άλλο παρά υπερβολικές και ανεδαφικές είναι. Απεναντίας είναι ίσως ανεπαρκείς μπροστά στην ένταση της κρίσης, στην έξαρση της φτώχειας και της ανεργίας.
Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα αυτή η ισορροπία να ανατραπεί, όμως οποιαδήποτε ενδεχόμενη ανατροπή δεν μπορεί να γίνει σε βάρος του ελληνικού λαού. Η ανατροπή πρέπει να συντελεστεί αλλού, εκεί όπου λαμβάνονται ή θα έπρεπε να λαμβάνονται οι μεγάλες αποφάσεις για την ευρωπαϊκή οικονομία: στα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με στόχο τη ριζική αναθεώρηση της οικονομικής θεωρίας και πολιτικής. Η ευρεία πλειοψηφία του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές δεν νομιμοποιεί μόνο τη λήψη «επώδυνων μέτρων», όπως οι οπαδοί διαφόρων εκδοχών του νεοφιλελευθερισμού διατυμπανίζουν συνεχώς, αλλά και την άσκηση μιας ρωμαλέας πολιτικής έναντι των εταίρων μας. Δεν αναφερόμαστε σε μια «πολιτική του τσαμπουκά» αλλά στην επιδίωξη μια ευρείας συναίνεσης για τη ριζική αλλαγή των οικονομικών –και όχι μόνο- κατευθύνσεων της Ένωσης. Σε μια πρωτοβουλία για τη δημιουργία, τελικά, ενός πανευρωπαϊκού σοσιαλιστικού κόμματος, ενός κινήματος που θα φέρει στο προσκήνιο τα αιτήματα των λαών και την ουσιαστική δημοκρατική διακυβέρνηση της Ένωσης.
Όσοι σκέπτονται πως όλα αυτά φαίνονται πολύ μακρινά και αμφίβολα, ας αναλογιστούν πού μας οδήγησε ο λεγόμενος «ρεαλισμός των αγορών». Τα οράματα δεν είναι κάποιες αφαιρετικές εικόνες ενός ουτοπικού μέλλοντος που μας παρηγορούν για το μίζερο παρόν μας. Είναι το υλικό κατασκευής του μέλλοντος. Τα συνθήματα, οι φράσεις κλισέ, τα τσιτάτα, για να τελειώσω όπως ξεκίνησα, δεν είναι πάντα φθηνός λαϊκισμός. Κάποτε συμπυκνώνουν όλα όσα βιώνουμε, τις αγωνίες και τις ελπίδες μας. Και δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος για να εκφράσουμε τις δικές αγωνίες, τις δικές μας ελπίδες από ένα ακόμα σύνθημα : αλλαγή – δημοκρατία – σοσιαλισμός τώρα!
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)