Περί όνου σκιάς:
Πανεπιστήμια, κουκουλοφόροι και πολιτικοί ερίζουν για τη σκιά του ασύλου
Πανεπιστήμια, κουκουλοφόροι και πολιτικοί ερίζουν για τη σκιά του ασύλου
Ποιο νομίζετε ότι είναι, εδώ και αρκετά χρόνια, το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό αδαών και ειδημόνων επί των πανεπιστημιακών θεμάτων στο άκουσμα της λέξης «πανεπιστήμιο»; «Το άσυλο», θα απαντήσει κανείς με σιγουριά. Πράγματι, το άσυλο εξακολουθεί να έρχεται αδιάλειπτα στην επικαιρότητα σε κάθε νέα επίθεση των κουκουλοφόρων, σε κάθε κατάληψη κάποιας σχολής, σε κάθε συζήτηση για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Συνεχίζει να στοιχειώνει το συλλογικό και το ατομικό μας φαντασιακό συνδεδεμένο με άσχημες μνήμες σκοτεινών εποχών, νοσηρές πραγματικότητες του παρόντος, δυσοίωνες προοπτικές του μέλλοντος. Γίνεται σημαία των φοιτητικών διεκδικήσεων, καταφύγιο βανδάλων με ή χωρίς κουκούλες, σημείο τριβής για τους συγκλητικούς, αγκάθι για αστυνομικούς και εισαγγελείς, πονοκέφαλος για πολιτικούς και υπουργεία. Και τελικά, όπως δυστυχώς συμβαίνει πολλές φορές σ’ αυτή τη χώρα, η κοινή γνώμη πελαγοδρομεί, οι συζητήσεις και οι διενέξεις ανακυκλώνονται ενώ οι λύσεις μάταια αναζητούνται.
Εύλογα, νομίζω, διερωτάται κανείς ποιο το νόημα τόσων συζητήσεων, αφού λύση δε βρίσκεται. Και ακόμα περισσότερο γιατί ο νόμος δεν εφαρμόζεται, όπως δεν εφαρμόστηκε και ο προηγούμενος, όπως -πλην μίας και μοναδικής περίπτωσης- δεν εφαρμόστηκε ποτέ κανένας σχετικός νόμος. Είναι άραγε πραγματικά τόσο περίπλοκο, τόσο σπουδαίο, τόσο δυσεπίλυτο το ζήτημα του ασύλου;
Κοινά αποδεκτή είναι η ερμηνεία πως το άσυλο αποτελεί μια έννοια αναφερόμενη στην προστασία του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης και της διακίνησης των ιδεών εντός των πανεπιστημίων. Εγγυάται δε κατ’ επέκταση ότι κανένας κατασταλτικός μηχανισμός δε θα επέμβει για να φιμώσει μια φωνή όποια άποψη κι αν διαλαλεί, από όπου κι αν προέρχεται. Όμως, σύμφωνα με το νόμο, σε περιπτώσεις τέλεσης αυτόφωρων κακουργημάτων το άσυλο αίρεται αυτομάτως και η αστυνομία επεμβαίνει. Άρση του ασύλου μπορεί και σε άλλες περιπτώσεις να γίνει, κατόπιν αιτήσεως του πρύτανη ή συγκεκριμένων πανεπιστημιακών οργάνων.
Δε θέλω να επεκταθώ στην ανάλυση του νόμου σχετικά με το άσυλο, για τον οποίο τόσα πράγματα έχουν γραφτεί. Πιστεύω πως όλοι μας λίγο πολύ γνωρίζουμε τα βασικά του σημεία, τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά του. Σημειώνω μόνο ότι εσχάτως επανέκαμψαν οι υποστηρικτές της πλήρους κατάργησης του ασύλου, ως μόνης διεξόδου από την κρίση στα πανεπιστήμια. Όμως, κατά τη γνώμη μου, η ουσία του προβλήματος βρίσκεται αλλού.
Ποιος ωφελείτε άραγε, θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς, από την κρίση ή μάλλον από τη μόνιμη κατάσταση ασυδοσίας στην οποία έχουν περιέλθει από καιρό τα πανεπιστήμια; Ποιος φταίει που οι κουκουλοφόροι συνεχίζουν να καταστρέφουν ανενόχλητοι τη δημόσια περιουσία, που μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας προπηλακίζονται και κακοποιούνται, που η παραβατικότητα διαρκώς αυξάνεται;
«Οι δεξιοί και η κυβέρνηση», θα απαντούσαν αριστεροί και αριστεριστές, «που χρησιμοποιούν προβοκάτορες, προετοιμάζοντας την κατάργηση του ασύλου για να καταστείλουν το φοιτητικό κίνημα». «Οι αριστεροί», θα απαντούσε η άλλη πλευρά, «που δεν καταδικάζουν τη βία και τους κουκουλοφόρους, που κάνουν καταλήψεις, που αντιμετωπίζουν την αστυνομία σαν το χειρότερο εχθρό τους». Τετριμμένες αναλύσεις, ιδεολογικές αγκυλώσεις, αντανακλαστικές αντιδράσεις μιας άλλης εποχής
Κι όμως, ευθύνονται και οι δύο πλευρές. Διότι συνεχίζουν να αναπαράγουν στερεότυπες και ατέρμονες συζητήσεις, αποκρύπτοντας την αλήθεια από τον ελληνικό λαό. Και η αλήθεια είναι πως όποιος νόμος κι αν εφαρμοστεί, ακόμα κι αν καταργηθεί το άσυλο, οι συμμορίες με τα καλυμμένα κεφάλια δε θα πάψουν να καταστρέφουν και να λεηλατούν, οι παρατάξεις δε θα σταματήσουν να αλληλοκατηγορούνται, η δημοκρατικότητα και η ελευθερία της έκφρασης, για την προστασία των οποίων θεσπίστηκε το άσυλο, θα συνεχίσουν να παραβιάζονται και να περιστέλλονται καθημερινά από τους αυτόκλητους προστάτες τους. Το βαθύ πρόβλημα δημοκρατίας που αντιμετωπίζουν τα πανεπιστήμια ολοένα γιγαντώνεται, αλλά τέτοια προβλήματα δε λύνονται από την αστυνομία. Το παρακράτος των λεγόμενων «γνωστών – αγνώστων» αναπτύσσεται μέσα στην εγκατάλειψη και την παρακμή του ελληνικού πανεπιστημίου δρώντας ανεξέλεγκτο, παρόλο που κάποιοι θεωρούν ότι μπορούν να το ελέγξουν. Άλλωστε όλοι ξέρουμε πως η βία δεν ελέγχεται, δεν αντιμετωπίζεται ριζικά με την καταστολή αλλά με την εξάλειψη των συνθηκών που την εξέθρεψαν.
Ασφαλώς την έξοδο από αυτή τη ζοφερή κατάσταση δεν αποτελεί η κατάργηση του ασύλου. Πώς μπορεί εξάλλου να αποτελεί λύση η κατάργηση ενός θεσμού που προστατεύει ούτως ή άλλως βασικά συνταγματικά δικαιώματα, όπως αυτό της ελευθερίας της έκφρασης και της διακίνησης των ιδεών; Και σε τι μπορεί να ευνοήσει την ασφάλεια μια ενδεχόμενη κατάργησή του;. Αν το πρόβλημα είναι πραγματικά το άσυλο, γιατί η αστυνομία δεν αξιοποιεί τις διατάξεις του νόμου για να επέμβει;
Στην πραγματικότητα οι λύσεις είναι απλές και αυτονόητες:
- Πρώτον, οργανώνουμε μια υπηρεσία φύλαξης των πανεπιστημίων με δημόσιους πανεπιστημιακούς φύλακες, οι οποίοι περιπολούν συνεχώς και εποπτεύουν την ομαλή του λειτουργία. Και βέβαια, αν χρειαστεί, ειδοποιούν την αστυνομία. Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από ό,τι συμβαίνει σε όλα τα δημόσια κτήρια.
- Δεύτερον και κυριότερο, εμπλουτίζουμε με νέες υποδομές και δραστηριότητες τους πανεπιστημιακούς χώρους (γυμναστήρια, γήπεδα, αίθουσες εκδηλώσεων, διαρκείς και περιοδικές εκθέσεις, υπαίθριες συναυλίες και παραστάσεις κ.α.), ώστε να επαναφέρουμε το πανεπιστήμιο στο επίκεντρο της φοιτητικής αλλά και της τοπικής ζωής. Δημιουργούμε δηλαδή ένα πανεπιστήμιο ανοικτό και ενεργό σε εικοσιτετράωρη βάση.
Τελειώνω με ένα ακόμα ερώτημα: γιατί, ενώ οι προτάσεις αυτές είναι γνωστές και ρεαλιστικές, δεν υιοθετούνται έστω σταδιακά; Διότι η υλοποίησή τους χρειάζεται κόπο, χρόνο και χρήμα. Διότι για την εφαρμογή τους απαιτείται σχέδιο ευρύτερων αλλαγών και μεταρρυθμίσεων. Διότι προϋποθέτουν την απόδοση υψηλής προτεραιότητας στην εκπαίδευση, όπως συμβαίνει σε όλα τα σύγχρονα ευρωπαϊκά κράτη.
Διότι δυστυχώς η διαχείριση του φόβου είναι πιο εύκολη και ανέξοδη. Ανούσιες τηλεοπτικές συζητήσεις με προκαθορισμένους ρόλους, στημένες αντιπαραθέσεις, στερεότυπες απαντήσεις. Περιδεείς πολιτικοί και κυβέρνηση σε αναμονή της επόμενης δημοσκόπησης. Ένας διάλογος – πρόσχημα με διάρκεια ζωής όση και το υπόλοιπο της κυβερνητικής θητείας. Και όλοι εμείς, δέσμιοι της χειραγώγησης και της φοβικότητας, διαγκωνιζόμενοι για μια θέση στη σκιά του γαϊδάρου του Δημοσθένη, συνεχίζουμε τη συζήτηση για το άσυλο, για το αυτονόητο, για το έλασσον που έντεχνα αναδεικνύεται σε μείζον πρόβλημα της παιδείας και της κοινωνίας, σε μια συζήτηση περί όνου σκιάς.